Τα βοηθήματα χαμηλής οράσεως αποτελούν σήμερα σημαντικό μέρος της συνολικής διεργασίας αποκαταστάσεως της οράσεως. Τα κριτήρια χαμηλής όρασης διαφέρουν από χώρα σε χώρα ανάλογα με το νομικό πλαίσιο κάθε κράτους, αποσκοπώντας στον προσδιορισμό της κοινωνικής μέριμνας των ατόμων αυτών. Άτομα με χαμηλή όραση θεωρούνται εκείνα τα οποία έχουν βέλτιστη οπτική οξύτητα χαμηλότερη από 3/10 ή 4/10 περίπου 70% μειωμένη της φυσιολογικής όρασης και το οπτικό πεδίο των οφθαλμών μικρότερο των 20ο.
Σε αντίθεση με τα άτομα που παρουσιάζουν φυσιολογική όραση καθώς έχουν οπτική οξύτητα 10/10 και το οπτικό πεδίο για κάθε οφθαλμό ξεχωριστά είναι περίπου 160ο οριζόντια και 135ο κατακόρυφα.
Οι συχνότερες αιτίες:
Το 80% των προβλημάτων όρασης θα μπορούσαν να αποφευχθούν ή και να θεραπευθούν με την έγκυρη και έγκαιρη διάγνωση από τον απαιτούμενο τακτικό οφθαλμολογικό έλεγχο των ασθενών από τους οπτομέτρες και οφθαλμιάτρους. Η χαμηλή όραση μπορεί να ευθύνεται σε κληρονομικούς παράγοντες (π.χ γλαύκωμα, αλφισμός κ.α.), σε εκ γενετής παθήσεις (π.χ νυσταγμός) ή σε επίκτητες παθήσεις όπως ο καταρράκτης και η διαβητική αμφιβληστρειδοπάθεια.
Τα βοηθήματα χαμηλής όρασης, είναι συσκευές σχεδιασμένες για να βοηθούν τους ασθενείς με μειωμένη οπτική οξύτητα, στο να ανταπεξέρχονται με μεγαλύτερη ευκολία σε καταστάσεις της καθημερινότητάς τους. Υπάρχουν κατάλληλα βοηθήματα που βοηθούν την μακρινή όραση (για την τηλεόραση, την ανάγνωση πινακίδων στον δρόμο, την ανάγνωση των αριθμών στα λεωφορεία), καθώς και την κοντινή όραση (για το διάβασμα, γραφή, ράψιμο).